Ένα συχνό ερώτημα που θέτουν οι γονείς αφορά στην ποσότητα λίπους που μπορούν να καταναλώνουν τα παιδιά τους σε ημερήσια βάση, καθώς και στην ποιότητά του, δηλαδή στις διαιτητικές πηγές του. Τα λιπαρά που προσλαμβάνουμε από τη διατροφή είναι σημαντικά σε κάθε ηλικία, και ειδικά στην παιδική, όπου η ανάπτυξη έχει τον κύριο λόγο.
Καλά vs Κακά λιπαρά
Στην κατηγορία των «κακών» λιπαρών εντάσσονται τα κορεσμένα και τα υδρογονωμένα (trans) λιπαρά, η αυξημένη κατανάλωση των οποίων έχει συσχετιστεί με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακών παθήσεων και σακχαρώδους διαβήτη. Επίσης, η πολύ εύκολη υπερκατανάλωσή τους σε συνδυασμό με το γεγονός ότι το λίπος αποτελεί την πιο συμπυκνωμένη μορφή ενέργειας στη διατροφή μας (αποδίδει 9 kcal / γραμμάριο) αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης παχυσαρκίας στα παιδιά, αν δεν ελέγχονται από τους γονείς οι ετικέτες τροφίμων. Από την άλλη πλευρά, τα πολυακόρεστα και μονοακόρεστα λιπαρά μειώνουν τον κίνδυνο των καρδιαγγειακών παθήσεων. Στα πολυακόρεστα λιπαρά ανήκουν και τα πολυσυζητημένα ω-3 και ω-6 λιπαρά οξέα, τα οποία αποτελούν δομικά συστατικά των κυττάρων και η πρόσληψή τους από την τροφή θεωρείται απαραίτητη, καθώς το ανθρώπινο σώμα δεν τα συνθέτει.
Συνιστώμενη ημερήσια πρόσληψη λιπαρών οξέων
Τους πρώτους μήνες της ζωής ενός παιδιού, η πρόσληψη λίπους μέσω του θηλασμού αποτελεί περίπου το 50% της συνολικής ενεργειακής του πρόσληψης. Από τη στιγμή που ξεκινά η συμπληρωματική χορήγηση τροφής, έως και τα 2 πρώτα χρόνια ζωής του παιδιού, η σύσταση για πρόσληψη λίπους είναι 35% της ημερήσιας ενεργειακής πρόσληψης, ενώ στη συνέχεια μειώνεται στο 25-35%. Όσον αφορά στη σύσταση του λίπους, η πρόσληψη των κορεσμένων λιπαρών πρέπει να είναι περιορισμένη και να δίνεται περισσότερη έμφαση στα μονοακόρεστα και πολυακόρεστα λιπαρά. Αντίθετα, η πρόσληψη trans λιπαρών δεν θα πρέπει να ξεπερνά το 1% της συνολικής ενεργειακής πρόσληψης.
Τι γίνεται στην Ελλάδα;
Η πρόσληψη «κακών» κορεσμένων λιπαρών είναι αυξημένη στην παιδική ηλικία στην Ελλάδα, αντιθέτως η πρόσληψη «καλών» πολυακόρεστων, και άρα απαραίτητων, λιπαρών είναι μειωμένη και μικρότερη από τις συστάσεις. Η πρόσληψη «καλών» μονοακόρεστων λιπαρών είναι η συνιστώμενη, ενώ η συνολική πρόσληψη λιπαρών από τα παιδιά είναι γύρω στο 40% της συνολικής προσλαμβανόμενης ενέργειας, δηλαδή παραπάνω από τη συνιστώμενη.
Συμπερασματικά, βλέπουμε ότι η μείωση της συνολικής πρόσληψης λίπους πρέπει να προέλθει από τη μείωση του κορεσμένου λίπους, ενώ απεναντίας η πρόσληψη πολυακόρεστων λιπαρών οξέων θα πρέπει να αυξηθεί ώστε να φτάσει τις συστάσεις. Έτσι, είναι σκόπιμο να μειωθεί η κατανάλωση κόκκινου κρέατος, γαλακτοκομικών που είναι πλήρη σε λιπαρά, ζωικών λιπαρών και αγελαδινού βουτύρου και να αυξηθεί η πρόσληψη λιπαρών ψαριών, ξηρών καρπών και φυτικών λιπαρών, όπως το ελαιόλαδο και οι φυτικές μαλακές μαργαρίνες.
*της Θάλειας Καρδάτου, Κλινική Διαιτολόγος-Διατροφολόγος, MSc